Hταν πρωι..και ξημερωματα.Με το αριστερο της μαγουλο επνιγε ενα μαξιλαρι.Κατι την ξυπνησε τη γρια την Ιρμα Φλορες και τηνε σηκωσε απ'το κρεβατι.Αφου την εκανε και πεταξε απο πανω της σα μαδημενα χαμομηλια τα κορακιά σεντονια κι αφου ανορθωσε ,σημαδεμενο απο τα χρονια πια,το προσωπειο,πιστο πια εκμαγειο του μαξιλαριου,το βλεμμα της θολωσε στη θεα μίας αντανακλασης.Ηταν σπασμενος ο καθρεφτης-εφτα ή εβδομηντα εφτα χρονακια γρουσουζιας-και εκανε τωρα την καλυτερη παρεα με την οψη της,μιας και τα δυο, θριμματισμενα,αλλαγμενα απ'τη μαγεια της οργης του χρονου.Υστερα εσυρε σιγουρα κι ευθυμα το σκεπασμα για να σκεπασει τον καθρεφτη.Φορεσε το πιο αγουρο χαμογελο-αγουρη πλεον και εκεινη-κι αποχαιρετισε η πλατη της το πεπλο με τον καθρεφτη απο πισω.Και με λαχταρα επεσε παλι στο λήθαργό της,γελαστη.Αγκαλιασε το μαξιλαρι της με νοημα και συμβιβαστηκε με το σημαδι που επροκειτο ν'αφησει και στο δεξι της μαγουλο.Σαν αλλο ενα αγκαλιασμα.Εις τους αιωνας των αιωνων.
Τετάρτη 7 Ιουλίου 2010
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)